Θάνος Πλεύρης, Βουλευτής ΔΝ, LL.M
Μεγάλο προβληματισμό από νομική και βιοηθική άποψη δημιουργεί η χρήση των πλεοναζόντων γονιμοποιημένων ωαρίων για ερευνητικούς σκοπούς, καθώς από τη μία πλευρά τέτοιου είδους πειράματα είναι απαραίτητα για την επίτευξη της προόδου, από την άλλη όμως το γονιμοποιημένο ωάριο ακόμη και σε αυτήν την πρώιμη εξελικτική του φάση δύναται να είναι φορέας της ανθρώπινης αξίας. Αυτή η αντίληψη βασίζει την υπόσταση της στη χριστιανική πίστη αλλά και στις φιλοσοφικές προσεγγίσεις που εξαρτούν την έναρξη της ανθρώπινης ζωής από την γονιμοποίηση του ωαρίου και επομένως η κάθε επεμβατική πράξη σε αυτό σημαίνει πράξη σε άνθρωπο.
Η ελευθερία της έρευνας κατοχυρώνεται από το Ελληνικό Σύνταγμα με το άρθρο 16 παρ. 1, αλλά δεν είναι απόλυτη, καθώς βρίσκεται σε συνάρτηση με άλλα συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά, όπως αυτό της ανθρώπινης ζωής, ανθρώπινης αξίας, δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού (αρ. 2, 5) κ.λπ. Υπό αυτήν την έννοια η έρευνα σε γονιμοποιημένα ωάρια είναι κατ΄αρχήν συνταγματικώς επιτρεπτή, αλλά θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το γονιμοποιημένο ωάριο είναι φορέας και υποκείμενο δικαίου, ώστε να διερευνηθεί κατά πόσο συντρέχουν νομικές και βιοηθικές προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση αυτής της έρευνας.
Η πρώτη φιλοσοφική προσέγγιση που έχει τη βάση της στη χριστιανική ηθική είναι ότι το γονιμοποιημένο ωάριο είναι ένα πλήρες υποκείμενο δικαίου αντίστοιχο με αυτό του γεννημένου ανθρώπου και επομένως η έρευνα σε αυτό θα πρέπει να συνάδει με τις αντίστοιχες προϋποθέσεις που είναι επιτρεπτή η έρευνα στον άνθρωπο. Σύμφωνα με αυτήν την ηθική δεν είναι επιτρεπτή ούτε η καταστροφή των πλεοναζόντων γονιμοποιημένων ωαρίων καθώς αυτό συνιστά ανθρωποκτονία, αλλά ούτε και η έρευνα που συνεπάγεται την καταστροφή τους. Έτσι λ.χ. στην Ιταλία απαγορεύεται η δημιουργία πλεοναζόντων εμβρύων και επιβάλλεται η δημιουργία τόσων όσων χρειάζονται για τον κύκλο και η μεταφορά αυτών στο σύνολο τους στη μήτρα, η δε Γερμανία και λόγω της ευαισθησία εξαιτίας του ναζιστικού της παρελθόντος προστατεύει αυστηρότατα το έμβρυο, απαγορεύοντας την έρευνα σε πλεονάζοντα γονιμοποιημένα ωάρια και μετά από εξαιρετικές πιέσεις δέχθηκε την έρευνα μόνο σε εισαγόμενα γονιμοποιημένα ωάρια/έμβρυα και μάλιστα με αυστηρούς χρονικούς περιορισμούς.
Η δεύτερη ηθική προσέγγιση έχει να κάνει με αυτήν που θεωρεί το γονιμοποιημένο ωάριο πράγμα, αντικείμενο δικαίου που δεν είναι φορέας επομένως καμίας αξίας που αρμόζει στην ανθρώπινη φύση. Μια τέτοια θέση ουσιαστικά ασπάστηκε και η Ελληνική Επιτροπή Βιοηθικής χαρακτηρίζοντας τα πλεονάζοντα γονιμοποιημένα ωάρια απλά γενετικό υλικό, θεωρία που δεν αποδέχθηκε τελικά ο έλληνας νομοθέτης στο Ν. 3305/05. Σύμφωνα με αυτήν την βιοηθική προσέγγιση η οποιαδήποτε βιοηθική και νομική πρόβλεψη δεν έχει να κάνει με το γονιμοποιημένο ωάριο καθ’ εαυτό, αλλά ως προέκταση δικαιωμάτων των ατόμων που τους ανήκει αυτό το «γενετικό υλικό», ως δικαίωμα της προσωπικότητας τους. Έτσι οποιαδήποτε καταστροφή ή χρήση σε ερευνητική πράξη θα πρέπει να έχει τη σύμφωνη γνώμη των «κυρίων» του γενετικού υλικού, ως εκδήλωση της αυτονομίας και προσωπικότητας αυτών. Κάπως έτσι λοιπόν ο έλληνας νομοθέτης καίτοι δεν ασπάστηκε τη θεωρία του γενετικού υλικού για τα γονιμοποιημένα ωάρια, στην πραγματικότητα επέτρεψε είτε την καταστροφή αυτών είτε τη χρήση τους σε ερευνητικές διαδικασίες με μοναδική ουσιαστικά ασφαλιστική δικλείδα την συναίνεση κατόπιν ενημέρωσης αυτών από τους οποίους προήλθε το γενετικό υλικό και εν συνεχεία το γονιμοποιημένο ωάριο. Ωστόσο επειδή ακριβώς ο έλληνας νομοθέτης εξήρτησε την έρευνα στα γονιμοποιημένα ωάρια όχι αποκλειστικά από τη βούληση των συμμετεχόντων αλλά και από κάποιες άλλες ασφαλιστικές δικλείδες φαίνεται ότι αναγνώρισε στο γονιμοποιημένο ωάριο κάποια έστω και μικρή ιδιότητα υποκειμένου δικαίου.
Έτσι λοιπόν το αρ. 11 του Ν. 3305/05 θέτει τις εξής προϋποθέσεις για την έρευνα σε πλεονάζοντες ανθρώπινους γαμέτες, ζυγώτες και γονιμοποιημένα ωάρια που έχουν διατεθεί για το σκοπό αυτόν, ως ακολούθως: Η εν λόγω έρευνα διενεργείται προκειμένου: α. να διευρυνθούν οι γνώσεις για την ανθρώπινη αναπαραγωγή, β. να βελτιωθούν οι μέθοδοι διάγνωσης και θεραπείας της υπογονιμότητας, καθώς και του ελέγχου της γονιμότητας (αντισύλληψης),γ. να εντοπισθούν τα αίτια των αποβολών και να αναπτυχθούν τρόποι αντιμετώπισής τους, δ. να αναπτυχθούν τεχνικές ελέγχου και θεραπείας των γενετικών νόσων και των συγγενών ανωμαλιών, ε. να μελετηθεί η βιολογία των εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων και οι πιθανές θεραπευτικές χρήσεις τους. Η έρευνα σε γαμέτες, ζυγώτες και γονιμοποιημένα ωάρια στο πλαίσιο Ι.Υ.Α. πρέπει μάλιστα να διενεργείται ύστερα από άδεια της Αρχής, υπό τις εξής ιδίως προϋποθέσεις: α. έγκριση του ερευνητικού πρωτοκόλλου από την Αρχή, β. έγγραφη συναίνεση των δοτών, γ. διενέργεια της έρευνας επί των γονιμοποιημένων ωαρίων εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από τη δημιουργία τους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο ενδιάμεσος χρόνος κρυοσυντήρησής τους, δ. προηγούμενη αντίστοιχη έρευνα σε πειραματόζωα, εκτός αν αυτό δεν είναι επιστημονικά εφικτό, ε. η ερευνητική ομάδα να διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία και τον απαιτούμενο εξοπλισμό. Οι γαμέτες, οι ζυγώτες και τα γονιμοποιημένα ωάρια, τα οποία έχουν υποβληθεί στην προαναφερθείσα έρευνα, απαγορεύεται ρητώς να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Αντίστοιχα το αρ. 12 του Ν. 3305/05 ορίζει την έρευνα σε γονμοποιημένα ωάρια που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για επίτευξη εγκυμοσύνης σε πρόσωπα που υποβάλλονται σε ΙΥΑ όταν σκοπός της έρευνας είναι η απόκτηση σημαντικών γνώσεων σχετικών με την επιτυχή εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου και την γέννηση υγιούς παιδιού.
Αναφορικώς μάλιστα με την ενημερωμένη συναίνεση οφείλουμε να επισημάνουμε τα ακόλουθα: Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 3305/05 αναφορικώς με τη διαδικασία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής γεννάται υποχρέωση ενημέρωσης των δοτριών ως προς τη διαδικασία, τις εναλλακτικές λύσεις, τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τους πιθανούς κινδύνους. Σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν. 3305/05 απαγορεύεται η διάθεση γαμετών και γονιμοποιημένων ωαρίων με οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Αντάλλαγμα δε συνιστά η καταβολή δαπανών για τη λήψη και συντήρηση γαμετών και σε αυτές συμπεριλαμβάνονται οι ιατρικές, νοσηλευτικές και εργαστηριακές δαπάνες, τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής του δότη και κάθε θετικής ζημίας και οι αμοιβές για εξαρτημένη εργασία που στερήθηκε ο δότης.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι η παρ. 4 που ορίζει ότι η διάθεση ανακαλείται ελεύθερα, οπότε ο δότης δηλώνει εγγράφως εάν επιθυμεί οι γαμέτες ή τα γονιμοποιημένα ωάρια α)να χρησιμοποιηθούν από τους ίδιους β) να διατεθούν για θεραπευτικούς ή ερευνητικούς σκοπούς ή γ) να καταστραφούν. Το αυτό ορίζει μάλιστα και το ΑΚ 1459,όπου ρητώς αναφέρεται ότι η διάθεση για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς γίνεται χωρίς αντάλλαγμα.
Σύμφωνα με τα άρθρα 11, 12 του Ν. 3305/05, όπως αναφέραμε ανωτέρω, ορίζονται οι επιπλέον προϋποθέσεις για τη δυνατότητα έρευνας στα γονιμοποιημένα ωάρια όπου συμπεριλαμβάνεται και η ενημερωμένη συναίνεση.
Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι:
Η ενημερωμένη συναίνεση των συμμετεχόντων σε ΙΥΑ καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα ενημέρωσης όπως αναλύεται ανωτέρω
Η δωρεά γαμετών ή γονιμοποιημένων ωαρίων πρέπει να γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και μόνο για τη χρήση αυτών για ΙΥΑ
Η διάθεση αυτή ανακαλείται ελευθέρως οπότε οι δότες μπορούν μεταξύ άλλων να τα διαθέσουν χωρίς αντάλλαγμα για ερευνητικούς σκοπούς.
Εάν εξ’ αρχής έχουν διατεθεί γαμέτες ή γονιμοποιημένα ωάρια για ερευνητικούς σκοπούς εφαρμόζονται οι αυστηρές διατυπώσεις των άρθρων 11,12 του Ν. 3305/05 και η διάθεση αυτή δε μπορεί να συμπεριλαμβάνει κανένα αντάλλαγμα.
Η τρίτη βιοηθική προσέγγιση για το γονιμοποιημένο ωάριο και το έμβρυο είναι ότι αυτό είναι υποκείμενο δικαίου αλλά όχι πλήρες, αντίστοιχο δηλαδή με τον γεννημένο άνθρωπο. Χρήζει λοιπόν προστασίας και είναι φορέας των δικαιωμάτων της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας, αλλά αυτή σταθμίζεται με άλλα συνταγματικά προστατευόμενα αγαθά, όπως πχ το δικαίωμα αυτοδιάθεσης της εγκύου. Έτσι λοιπόν ο έλληνας νομοθέτης αναγνωρίζει πολύ πριν τη συζήτηση για την έρευνα σε πλεονάζοντα έμβρυα στο έμβρυο δικαιώματα υποκειμένου δικαίου και ποινικοποιεί την τεχνητή διακοπή της κύησης, αναγνωρίζοντας ότι το έμβρυο είναι φορές της ανθρώπινης αξίας και η ζωή του πρέπει να προστατευτεί. Αυτή ωστόσο δεν είναι απόλυτη, καθώς το αρ. 304 ΠΚ επιτρέπει στην απόλυτη βούληση της εγκύου τη διακοπή της κύησης τις πρώτες 12 εβδομάδες της εγκυμοσύνης ή για λόγους ευγονικής στις 24 πρώτες εβδομάδες ή για κοινωνικούς λόγους (πχ βιασμός) έως τη 19η εβδομάδα και ανά πάσα στιγμή μέχρι και λίγα λεπτά ουσιαστικά πριν τον τοκετό, εάν υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία της εγκύου. Η προστασία λοιπόν στη ζωή του εμβρύου σταθμίζεται με τη ζωή της εγκύου, την επιθυμία της και για λόγους ευγονικής και κοινωνικής προσέγγισης.
Έτσι συμβαίνει και με το γονιμοποιημένο ωάριο που σε μικρότερο βαθμό αναγνωρίζεται το ότι είναι υποκείμενο δικαίου αλλά τελεί σε στάθμιση με άλλα έννομα αγαθά. Δεδομένου λοιπόν του ότι η έγκυος δύναται με απλά την επιθυμία της να διακόψει την κύηση τις 12 πρώτες εβδομάδες της εγκυμοσύνης, αντίστοιχα και ανάλογα θα μπορούσαμε να πούμε ότι δύναται να αποφασίσει και την καταστροφή των πλεοναζόντων γονιμοποιημένων ωαρίων.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο βιοηθικά είναι επιτρεπτή η επιλογή του νομοθέτη να μπορούν οι δότες να αποφασίσουν και για την έρευνα σε πλεονάζοντα γονιμοποιημένα ωάρια, όπως αποδέχεται και ο Ν. 3305/05. Το θέμα τίθεται ως ακολούθως: Στη στάθμιση αγαθών της επιθυμίας είτε της εγκύου εάν πρόκειται για έμβρυο είτε των δοτών εάν πρόκειται για γονιμοποιημένο ωάριο/έμβρυο, πλεονάζον που δεν έχει μεταφερθεί στη μήτρα μπορεί να αποφασιστεί είτε η διακοπή της κύησης είτε η καταστροφή του, τη στιγμή όμως που αποδεχόμαστε ότι το γονιμοποιημένο ωάριο είναι φορέας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, μπορούν οι δότες στη στάθμιση των συμφερόντων να του στερήσουν το δικαίωμα της ζωής αλλά όχι αυτό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με τη συμμετοχή του σε ερευνητική διαδικασία. Κατά αυτήν τη βιοηθική προσέγγιση μπορούν οι δότες να καταστρέψουν το γονιμοποιημένο ωάριο, αλλά όχι να το υποβαθμίσουν σε αντικείμενο έρευνας προσβάλλοντας την αξιοπρέπεια του.
Υποστηρίζεται φυσικώς η άποψη ότι ο πειραματισμός με αντικείμενο τα πλεονάζοντα γονιμοποιημένα ωάρια αποσκοπεί στην αρωγή άλλων ατόμων και της ανθρωπότητας και δεν είναι ενάντιος στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου και τούτο διότι δεν προσβάλει την ατομικότητα αυτού, δεν τον υποβιβάζει σε αντικείμενο της έρευνας και αυτό, επειδή εν τέλει πρόκειται για ιατρικές πράξεις και μέτρα που βοηθούν τη ζωή και την υγεία άλλων ανθρώπων. Από αλτρουιστική επομένως σκοπιά δε βλάπτεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Με άλλα λόγια η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν πλήττεται όταν η χρησιμοποίηση αυτών των γονιμοποιημένων ωαρίων σε πειραματικές διαδικασίες έχει μια υψηλοτάτη αξία για κάποιους άλλους ανθρώπους. Η αξιοπρέπεια, ωστόσο, του ανθρώπου (σύμφωνα με τον Καντ) δε μπορεί να αποτελεί καμιά αξία ανάμεσα στις άλλες, αλλά είναι ένας αυτοσκοπός, ο οποίος δε μπορεί να συγκριθεί με καμία άλλη αξία. Εκεί ακριβώς έγκειται και η αξία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ότι, ενώ όλα τα άλλα δικαιώματα μπορούν να περιορισθούν, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια θα πρέπει να μένει ανέγγιχτη και δε μπορεί να υποχωρεί σε κανένα άλλο ηθικό ή ποιοτικό μέτρο (π.χ. σωτηρία άλλων ανθρώπων)
Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια επιτάσσει, λοιπόν, ότι ο άνθρωπος δε μπορεί να χρησιμοποιείται ως μέσο για την επίτευξη άλλων σκοπών (π.χ. πρόοδος επιστήμης, σωτηρία άλλων), αλλά αποτελεί ο ίδιος αυτοσκοπό, έχοντας μια ιδιαίτερη αξία που περιλαμβάνει σειρά δικαιωμάτων. Στην περίπτωση ωστόσο των πλεοναζόντων γονιμοποιημένων ωαρίων και από τη στιγμή που δεν απαγορεύεται η δημιουργία πλεοναζόντων γονιμοποιημένων ωαρίων οι επιλογές είναι δύο: ή θα καταστραφούν ή θα χρησιμοποιηθούν σε έρευνα. Ίσως λοιπόν για αυτά τα πλεονάζοντα γονιμοποιημένα ωάρια η μοναδική ελπίδα να αποδείξουν ότι είναι φορείς της ανθρώπινης αξίας είναι αντί να καταστραφούν να χρησιμοποιηθούν για έρευνα και με αυτή τους τη «θυσία» να βοηθήσουν την ανθρωπότητα αποδεικνύοντας ότι έστω και με ένα αδικημένο τρόπο υπήρξαν μέρος αυτής.