Ως ενδοοικογενειακή βία ορίζεται η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας σύμφωνα με σειρά άρθρων του ν. 3500/06 (άρ. 6,7,8,9). Η οικογένεια ή κοινότητα αποτελείται από συζύγους και γονείς και συγγενείς α και β βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και εξ υιοθεσίας. Εφόσον συνοικούν συμπεριλαμβάνονται και οι συγγενείς μέχρι δ βαθμού, καθώς και σύντροφοι και τέκνα αυτών. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι ως θύμα νοείται και ο ανήλικος ενώπιον του οποίου έλαβε χώρα παράνομη πράξη ενδοοικογενειακής βίας.
Με το αρ. 2 του Ν.3600/05 υπάρχει πανηγυρική απαγόρευση κάθε μορφής βίας μεταξύ των μελών της οικογένειας, ενώ με το αρ. 3 θεωρείται η βία τεκμήριο ισχυρού κλονισμού του γάμου και με το αρ. 4 απαγορεύεται η σωματική βία ως μέσω σωφρονισμού των ανηλίκων και μπορεί αυτή να συνιστά κακή άσκηση της επιμέλειας κατ’ άρθρο 1532 ΑΚ.
Τα άρθρα 6 – 9 τυποποιούν τα βασικά εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας (παράλληλα με την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως 299 ΠΚ και την θανατηφόρα σωματική βλάβη 311 ΠΚ) που είναι:
Πρώτον, η σωματική βία με την έννοια του αρ. 308 ΠΚ δηλαδή η σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας, αλλά ακόμη και η εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη εάν αυτή εδράζεται σε συνεχή συμπεριφορά. Η πράξη αυτή τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, εάν μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο ζωής ή βαριάς σωματικής βλάβης με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών, εάν προκάλεσε βαριά σωματική βλάβη με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και εάν το επεδίωξε ο θύτης με κάθειρξη ήτοι από 5 έως 20 έτη. Εάν η απλή μορφή της σωματική βλάβης τελέστηκε σε έγκυο ή άτομο ανίκανο να αντισταθεί τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο έτη και εάν έγινε παρουσία ανηλίκου με τουλάχιστον ένα έτος, ενώ ίδιες διατάξεις ισχύουν και σε δράστη που εργάζεται σε φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας.
Δεύτερον, η ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή, δηλαδή ο εξαναγκασμός μέλους με χρησιμοποίηση βίας ή απειλής σε πράξη παράλειψη ή ανοχή που δεν υποχρεούται προς τούτο το θύμα που τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών ή η πρόκληση τρόμου ή ανησυχίας με απειλή του μέλους που τιμωρείται με φυλάκιση.
Τρίτον, το αρ. 386 παρ. 1 ο βιασμός που αποτέλεσε τομή στο ποινικό δίκαιο καθώς πριν την εφαρμογή του Ν.3600/05 τιμωρούνταν μόνο η εξώγαμη συνουσία , ενώ τώρα ρητώς ορίζεται ότι «Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη», ενώ αντιστοίχως αυστηροποιήθηκε και η διάταξη για κατάχρηση σε ασέλγεια 338 ΠΚ, καθώς ενώ τιμωρούνταν με κάθειρξη έως δέκα έτη, εάν ο παθών είναι ανήλικος αυστηροποιήθηκε καθώς η κάθειρξη είναι πλέον τουλάχιστον δέκα έτη, καθώς και το αρ. 342 ΠΚ (κατάχρηση ανηλίκων σε ασέλγεια).
Το ενδιαφέρον σε αυτά τα αδικήματα είναι ότι εάν ο παθών είναι ανήλικος τότε η παραγραφή αυτών άρχεται από την ενηλικίωση του (αρ. 16).
Με το αρ. 10 τυποποιείται ως αδίκημα η παρακώλυση της απονομής δικαιοσύνης με απειλή ή δωροδοκία μαρτύρων ή μελών της οικογένειας από τον δράστη και τα αρ. 11-14 ρυθμίζουν την διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης, δίνοντας την ευκαιρία στον θύτη κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις παρακολουθώντας προγράμματα και με ειλικρινή του μεταμέλεια να σωφρονιστεί χωρίς ποινικές κυρώσεις, καθώς απλά γίνεται μνεία σε ειδικό σημείο στο μητρώο της συμπεριφοράς για διάστημα που θα ίσχυε η αναστολή. Αυτό ισχύει μόνο στα πλημμελήματα, όπου μάλιστα τα αδικήματα αυτά διώκονται σύμφωνα με το αρ. 17 αυτεπαγγέλτως και όχι μετά από έγκληση, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει για αυτά τα πλημμελήματα όταν δεν γίνονται στα πλαίσια της οικογένειας.
Στις υποθέσεις ενδοοικογενειακή βίας μπορεί να επιβληθεί στο δράστη ο περιοριστικός όρος απομάκρυνσης από της οικίας και μη προσέγγισης των μελών της οικογένειας, ενώ τα μέλη της οικογένειας εξετάζονται χωρίς όρκο και οι ανήλικοι δεν κλητεύονται στο ακροατήριο και διαβάζονται απλά οι καταθέσεις τους και κατά την προανάκριση διατηρείται ανωνυμία καταγγέλλοντος. Μάλιστα τυποποιείται και υποχρέωση των καθηγητών στα σχολεία να καταγγέλλουν πράξεις ενδοοικογενειακής βίας που υπέπεσαν στην αντίληψη τους.